Απριλίου 8, 2005

Λιβέρδος Κυριάκος, Καρανικόλα Θ, Χαρίση Μ-Ε.
Ετήσιο Συνέδριο της Στοματολογικής Εταιρείας Βορείου Ελλάδος, 8-10 Απριλίου 2005, Θεσσαλονίκη.

Περίληψη:
Εισαγωγή: Η ροπιβακαϊνη, είναι ένα μακράς διαρκείας τοπικό αναισθητικό αμιδικού τύπου και είναι χημικά ομόλογη της βουπιβακαϊνης και της μεπιβακαϊνης. Χρησιμοποιείται ευρέως από τους αναισθησιολόγους για επισκληρίδιο αναισθησία ενώ η χρήση της στην οδοντιατρική δεν είναι διαδεδομένη. Τα τοπικά αναισθητικά μπορούν να μελετηθούν in vitro χρησιμοποιώντας τις ηλεκτρικές αντιδράσεις των διεγέρσιμων νευρικών κυττάρων.

Σκοπός: Η πειραματική αυτή μελέτη έχει ως σκοπό τη συγκριτική αξιολόγηση της δραστικότητας μεταξύ ροπιβακαϊνης και λιδοκαϊνης, σε απομονωμένο ισχιακό νεύρο επίμυος για τον ακριβή καθορισμό του μεγέθους της αναισθητικής ικανότητας των δυο ουσιών. Η σύγκριση της ροπιβακαϊνης επιλέχθηκε να γίνει με τη λιδοκαϊνη (pKa 7,9) η οποία είναι το περισσότερο διαδεδομένο τοπικό αναισθητικό αμιδικού τύπου και αποτελεί το φάρμακο με το οποίο συγκρίνονται από άποψη αποτελεσματικότητας τα υπόλοιπα τοπικά αναισθητικά (golden standard).

Μέθοδοι και υλικά: Η πιο απλή τεχνική είναι η μέτρηση των σύνθετων δυναμικών δράσης (Σ.Δ.Δ) σε νεύρα που έχουν κατάλληλα παρασκευαστεί χρησιμοποιώντας εξωκυττάρια ηλεκτρόδια. Χρησιμοποιήσαμε ένα τέτοιο πειραματικό μοντέλο, που αναπτύχθηκε στο πειραματικό εργαστήριο της Οδοντοφατνιακής Χειρουργικής, Χειρουργικής Εμφυτευματολογίας και Ακτινολογίας στο Οδοντιατρικό Τμήμα του ΑΠΘ.

Αποτελέσματα και στατιστική ανάλυση: Μετά την καταγραφή των αντίστοιχων εκατοστιαίων ποσοστών πτώσης των Σ.Δ.Δ. κατά 50% και τη στατιστική τους επεξεργασία με την μέθοδο «t-test για ανεξάρτητα δείγματα», διαπιστώθηκε ότι το διάλυμα ροπιβακαϊνης 0,2% έχει μικρότερη ισχύ όσον αφορά την ταχύτητα δράσης από το διάλυμα λιδοκαϊνης 0,2%, αφού οι χρόνοι που απαιτήθηκαν μετά την εφαρμογή του διαλύματος λιδοκαϊνης 0,2% για την εγκατάσταση του αναισθητικού αποτελέσματος (πτώση αρχικού δυναμικού κατά 50%) αποδείχθηκαν στατιστικά σημαντικά μικρότεροι (ρ<0,005) των αντίστοιχων χρόνων μετά την εφαρμογή διαλύματος ροπιβακαϊνης 0,2%, σε περιβάλλον με ρΗ=7,4 ίσο δηλαδή με αυτό των φυσιολογικών ιστών.

Συμπεράσματα: Με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής το διάλυμα ροπιβακαϊνης 0,2% μπορεί θεωρηθεί ότι διαθέτει ικανοποιητική τοπική αναισθητική δράση, στατιστικώς σημαντικά μικρότερης ισχύος από τη λιδοκαίνη 0,2% όσο αφορά την ταχύτητα εγκατάστασης του αναισθητικού αποτελέσματος. Αυτό ίσως εξηγείται από το γεγονός ότι το pKa της ροπιβακαίνης (8,1) είναι υψηλότερο από αυτό της λιδοκαίνης (7,9), που σημαίνει μικρότερο αριθμό μορίων ελεύθερης αναισθητικής βάσης για τη ροπιβακαίνη σε περιβάλλον φυσιολογικού pH=7,4. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η ροπιβακαϊνη είναι και χαμηλότερης ισχύος όσον αφορά τη διάρκεια του αναισθητικού αποτελέσματος. Τα παραπάνω καταδεικνύουν την ανάγκη για περαιτέρω πειραματικό και κλινικό έλεγχο της αναισθητικής ιδιότητας της ροπιβακαϊνης. (επιτοίχια ανακοίνωση)

« Πίσω